Μπελφόρ

Μπελφόρ
(Belfort). Περιοχή (610 τ. χλμ., 137.408 κάτ.) της Γαλλίας, που από το 1922 έγινε νομός. Βρίσκεται στα νότια των Βοσγίων. Περισσότερος από τον μισό πληθυσμό της ασχολείται με τη βιομηχανία. Πρωτεύουσα είναι η ομώνυμη πόλη (περ. 50.000 κάτ.), χτισμένη στις όχθες του ποταμού Σαβουρέζ, παραπόταμου του Αλέν. Χωρίζεται σε παλιά και νέα πόλη. Η πρώτη διατηρεί ακόμα τα τείχη της, που χτίστηκαν το 1686. Αξιόλογη είναι η εκκλησία του αγίου Χριστόφορου, η οικοδόμηση της οποίας τελείωσε το 1750, και ενδιαφέρον το Δημοτικό της Μουσείο. Ιστορία. Η Μ. ήταν στα αρχαία χρόνια χωριό με πληθυσμό γαλατορωμαϊκό, με το όνομα Μπράσε, που γνώρισε τις επιδρομές των βαρβάρων του 5ου αι. μ.Χ. Το 1307 ο Ρινάλντο, κόμης του Μονμπελιάρ, παραχώρησε στην πόλη προνόμια. Η πόλη όμως άρχισε να ακμάζει μόνο όταν προσαρτήθηκε στην Αλσατία. Το 1648, με τη Συνθήκη της Βεστφαλίας, παραχωρήθηκε στη Γαλλία. Ο Λουδοβίκος ΙΔ’ ανέθεσε το 1686 στον αρχιτέκτονα Βοβάν την οχύρωσή της και έτσι έγινε ένα από τα ισχυρότερα ευρωπαϊκά φρούρια. Από τον Δεκέμβριο του 1813 μέχρι τον Απρίλιο του 1814, την πολιόρκησαν οι Αυστριακοί. Μετά την παραίτηση του Ναπολέοντα A’, η πόλη παραδόθηκε στους Αυστριακούς (1815). Τον Φεβρουάριο του 1871, στη διάρκεια του Γαλλοπρωσικού πολέμου, πολιορκήθηκε επί 103 ημέρες. Μετά τη σύναψη ανακωχής μεταξύ της γαλλικής προσωρινής κυβέρνησης και του Μπίσμαρκ, την κατέλαβαν οι Πρώσοι, που παρέμειναν εκεί μέχρι τις 3 Απριλίου 1873. Στον B’ Παγκόσμιο πόλεμο ο στρατάρχης Πετέν είχε ως προσωρινή έδρα της κυβέρνησης του, για μικρό χρονικό διάστημα, την Μ. Άποψη του μεσαιωνικού τμήματος της Μπελφόρ, πρωτεύουσας του ομώνυμου νομού της Γαλλίας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Κέλερ, Εμίλ — (Émile Keller, Μπελφόρ 1828 – Παρίσι 1909). Γάλλος πολιτικός. Εξελέγη πολλές φορές βουλευτής κατά τη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας και αντιτάχθηκε στη στάση της Γαλλίας απέναντι στον πάπα και στη Δυτ. Καθολική Εκκλησία. Στον πόλεμο του …   Dictionary of Greek

  • μηλιά — Ένα από τα γνωστότερα οπωροφόρα δέντρα, που καλλιεργείται στις εύκρατες περιοχές του βόρειου κυρίως ημισφαιρίου πολύαριθμες, πάνω από χίλιες, είναι οι εμπορεύσιμες ποικιλίες του και ακόμα μεγαλύτερος ο αριθμός που αντιπροσωπεύει τις υποποικιλίες… …   Dictionary of Greek

  • Αλσατία — I (γαλλ. Alsace, γερμ. Elsass). Περιοχή (8.280 τ. χλμ., 1.734.115 κάτ. το 1999) της ανατολικής Γαλλίας. Εκτείνεται από τα Β στα Ν, περίπου για 200 χλμ., μεταξύ του Ρήνου στα Α, των Βοσγιών στα Δ, και του γαλλοελβετικού Ιούρα στα Ν. Είναι εύφορη,… …   Dictionary of Greek

  • Βόσγια όρη — (Vosges). Ορεινός όγκος, μήκους περίπου 250 χλμ., της βορειοανατολικής Γαλλίας, με κατεύθυνση ΝΔ ΒΑ, από τη δίοδο Μπελφόρ στον αυχένα του Σαβέρν, μεταξύ του λορενίου τριαδικού υψιπέδου στα Δ και της αλσατικής πεδιάδας στα Α. Τη σημερινή… …   Dictionary of Greek

  • Πεγκού, Αντόλφ — (Pegoud, Μονφερά 1889 – Πετί Κρουά, Αλσατία 1915). Γάλλος αεροπόρος. Αφού υπηρέτησε αρκετά χρόνια ως αξιωματικός ιππικού στο Μαρόκο, αφοσιώθηκε στην αεροπορία. Το 1913 έπεσε για πρώτη φορά με αλεξίπτωτο από αεροπλάνο και τον ίδιο χρόνο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”